Είχαμε κάποτε ένα κάρο
με κάτι πολύ μεγάλες σιδερένιες ρόδες !
Το οδηγούσε ο '' Ντορής ""!
Ένα όμορφο - περήφανο άσπρο άλογο.
Ξεκινούσαμε πουρνό-πουρνό
και σε μερικά λεπτά
βγαίναμε έξω από το χωριό !
Περνάγαμε το ξωκλήσι
που η μάνα μου εκεί
με είχε βαφτίσει.
Εκεί κοντά
ήτανε το χωράφι με τις βαμβακιές.
Σαν έκανε κρύο,
κάτι φθινοπωρινά πρω'ι'νά,
ανάβαμε φωτιές !
Σαν να χόρευαν γύρω μας
όλες οι σκιές !
Και τώρα δουλειά,
έλεγε ο πατέρας !
Καθένας την αράδα του παιδιά
να τη βγάλουμε εις πέρας !
Ζωνόμασταν τα καημένα τη ποδιά
και με τα μικρά κρυωμένα χεράκια μας
μαζεύαμε μπουμπούκι - μπουμπούκι
κι αργά-αργά !
Κατά τις δέκα είχαμε κολατσιό.
Νά τραγούδι-νά χορό !
Ξεκούραση στον ίσκιο
που έδινε το κάρο !
Αχ ! ένα υπνάκο,
πως θά'θελα να πάρω !
Ύπνο,
το μεσημέρι παιδιά.
Άντε ξανά στη δουλειά !
Η μάνα ζωσμένη με το ραδιάκι
και το άνοιγε ν'ακούει
τώρα πιο δυνατά !
Είχε συνέχεια στα θεατρικά !
Τί μελωδικές φωνές
αφηγούνταν όλες τις σκηνές !
Έφτασε επιτέλους το μεσημέρι .
Στρωματσάδα πάλι
στου κάρου τη σκιά
κι η μάνα να ξετυλίγει τα φαγητά !
Εκείνες οι οσμές μου έχουν μείνει
για πάντα στη μνήμη !
Και τώρα ύπνος !
Μία και ενίοτε δύο ώρες
να φύγει η κάψα η μεγάλη !
Θα σηκωθούν πρώτα οι μεγάλοι.
Και νά ! το ηλιοβασίλεμα !
Πέφτει-πέφτει ο ήλιος
στης Πίνδου τα βουνά !
Δεν νιώθαμε κούραση
παρά χαρά !
Βόλτα με το κάρο
για τον γυρισμό !
Περνώντας πάλι από το ξωκλήσι
ήταν αυτονόητο
να κάνουμε σταυρό !
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου