http://skeftikos.blogspot.com/
ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΤΕΙ !
20 Μαρτίου 2010
Μία διαφορετική (;) προβληματική
Σήμερα θα σας κουράσω αγαπητές/οι αναγνώστριες/ες, με μια ανάρτηση ιδιαίτερα μακροσκελή.
Την αφορμή για το εκτενές κείμενο που ακολουθεί, ή καλύτερα για την παρουσίαση της συρραφής μιας σειράς ανεξάρτητων κειμένων, που γράφτηκαν με αρκετά μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ τους, την δίνει το περιεχόμενο της αλληλογραφίας που είχα τις τελευταίες ημέρες με έναν εξαίρετο αρθρογράφο και ιδιαίτερα αναλυτικό νου, τον «Έρμιππο».
Η αλήθεια είναι ότι, σε κάποια σημεία, οι θέσεις που υιοθετούνται σε σχέση με το ευρύτατο κοινωνικο-πολιτικο-οικονομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε ως χώρα εν γένει, και ως κοινωνία ειδικότερα, μπορεί να ξενίσουν κάποιους. Και αυτό διότι, oι θέσεις αυτές, αν και εμβριθώς τεκμηριωμένες, οδηγούν σε τελικά συμπεράσματα διόλου τιμητικά για εμάς.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, θεωρώ ότι, ανεξάρτητα από την όποια αρχική ερμηνεία, στα κείμενα που ακολουθούν ξεδιπλώνεται ένας προβληματισμός που αξίζει να απασχολήσει κάθε σκεπτόμενο πολίτη, που θέλει να παραμένει μακριά από τυφλούς ιδεολογισμούς, κομματικές ιδεοληψίες και στεροετυπικές πολιτικοκοινωνικές προκαταλήψεις.
Ο προβληματισμός που εγείρει το σκεπτικό του αρθρογράφου, θεωρώ ότι μόνο γόνιμος μπορεί να είναι. Οι όποιες αντιρρήσεις, μπορούν δικαιολογημένα να δημιουργήσουν ένα ευρύτατο πεδίο έντονης αντιπαράθεσης. Ταυτόχρονα όμως και να αφυπνίσουν υπνώτουσες συνειδήσεις.
Γράφει λοιπόν ο Έρμιππος:
«Μια από τις "αρετές" του πελατειακού πολιτικού συστήματος είναι ότι μπορεί να δίνει την αίσθηση σε κάθε έναν από εμάς ότι τίποτε από όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας δεν μας αφορά. Και αυτό διότι η πρόσκτηση των δικαιωμάτων μας δεν γίνεται στα πλαίσια ενός κοινωνικού συμβολαίου που έχει συνταχθεί με βάση την αμοιβαιότητα της συλλογικότητας αλλά αντίθετα είναι αποτέλεσμα προσωπική συναλλαγής μεταξύ του πολίτη - δουλοπάροικου και του αφέντη - γαικτήμονα. Ο πρώτος νομιμοποιεί την εξουσία του δευτέρου και ο δεύτερος με την σειρά του εγγυάται εν είδει γενναιόδωρης δωρεάς την σε ατομικό αποκλειστικά επίπεδο ασφάλεια και ελευθερία δράσης του πρώτου. Αυτό που ευσχήμως αποκαλούμε ελληνική κοινωνία δεν είναι τίποτε άλλο από ένα σύνολο εχθρικών μεταξύ τους θελήσεων που ανταγωνίζονται για την προσέλκυση της εύνοιας του ηγεμόνα. Η αποκατάσταση της χαμένης αίσθησης συλλογικότητας, που είναι και το κλειδί για την έξοδο από οποιαδήποτε κρίση, είναι ένα γιγαντιαίο έργο με ορίζοντα γενιάς, αν όχι γενεών. Η βάση για τον σχηματικό μιας συλλογικότητας είναι η εμπιστοσύνη. Και το έλλειμμα της ελληνικής κοινωνίας σήμερα είναι πρωτίστως έλλειμμα εμπιστοσύνης.
Το ελληνικό πελατειακό σύστημα στηρίζεται γερά πάνω στα θεμέλια της δημοσιουπαλληλίας. Οι υπάλληλοι της διοίκησης δεν είναι απλά κάποιοι στιγμιαία ευεργετηθέντες που κατέλαβαν με ευνοϊκούς όρους μια θέση για να προσπορίζονται τα προς το ζειν. Είναι εργαλείο και συνεργάτες της πολιτικής τάξης. Είναι ο βραχίονας με τον οποίο η πολιτική φαυλότητα διαχειρίζεται τις ανάγκες που η ίδια δημιουργεί, μέσα από την ασάφεια των νόμων, την υπέρμετρη γραφειοκρατία, το θεσμικό κενό, την παρέμβαση σε τομείς που δεν θα έπρεπε, και κατανέμει τα εξατομικευμένα χαριστικά προνόμια που δημιουργούν στον πολίτη δουλοπάροικο την ατομική αίσθηση της κατά παραχώρηση λύσης των προσωπικών του προβλημάτων. Το πολιτικό σύστημα στηρίζεται στην δημοσιουπαλληλία για να διατηρήσει την ηγεμονία του και η δημοσιουπαλληλία υπηρετεί με την σειρά της τους δυνάστες για να εξασφαλίζει την άκοπη και άνετη επιβίωση της.
Στο πλαίσιο του ύψιστου στόχου των πολιτικών, που είναι η όσο το δυνατόν ευρύτερη διάσπαση της συλλογικότητας, εντάσσεται και η συχνότατη επίδειξη εύνοιας σε ομάδες της κοινωνίας με την χορήγηση ειδικών προνομίων αλλά και την παράλληλη καλλιέργεια του φόβου για την κατάργηση τους, (δες κλειστά επαγγέλματα, ειδικές μεταχειρίσεις και προνόμια κλάδων κ.λ.π.) με σκοπό την αποτροπή δημιουργίας συγκολλητικών ιστών που θα επιτρέψουν την δημιουργία κρίσιμων πυρήνων εκδήλωσης αντίστασης.Το πολιτικό σύστημα δεν γνωρίζει άλλους τρόπους ρύθμισης της κοινωνικής πραγματικότητας και σήμερα, υπό καθεστώς έλλειψης των πόρων που χρειάζεται για την διεκπεραίωση των συναλλαγών και της εξαγοράς της στήριξης, καταβάλει μια απεγνωσμένη προσπάθεια για την διατήρηση του.
Υπό αυτές της συνθήκες η μόνη διέξοδός του είναι η ακόμη μεγαλύτερη διάσπαση της ελληνικής κοινωνίας σε αντιμαχόμενα μέρη και η προσπάθεια να στρέψει τα μέρη αυτά το ένα εναντίον του άλλου. Τελικός στόχος είναι η διατήρησή του σε ρόλο διαιτητού και διανομέα, εν είδει δολώματος, τεμαχίων της όλο και μικρότερης πίτας. Η χώρα λοιπόν βαδίζει τάχιστα σε καθεστώς ιδιότυπου εμφυλίου πολέμου.
Τι άλλο μπορεί να εξυπηρετούν οι κραυγές για τα αναφαίρετα δικαιώματα του κόσμου, που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να είναι αυτός που θα επιβαρυνθεί για το ξεπέρασμα της κρίσης; Τι άλλο εκτός από την δημιουργία στον κάθε έναν από εμάς της αίσθησης, της προσωπικής αίσθησης, ότι θα μπορούσε να περάσει αλώβητος από τις συμπληγάδες, αφήνοντας πίσω του θύματα κάποιους άλλους που με κάποιο τρόπο είναι ένοχοι και υπόχρεοι διότι έσφαλαν. Σε όλο αυτό το διάστημα των τελευταίων μηνών της αποκάλυψης της γύμνιας μας ελάχιστες είναι εκείνες οι επίσημες φωνές που καλούν σε συστράτευση, σε κοινούς αγώνες και σε συλλογικές θυσίες. Αντίθετα όλοι μιλούν για την προστασία του επώνυμου καθημερινού εργαζόμενου που δεν φταίει και επικαλούνται αόριστα και υποκριτικά την τιμωρία και την επιβάρυνση κάποιων άλλων, σκοτεινών και ανώνυμων, που ουδείς μπορεί να εντοπίσει και να συλλάβει. Πάντα πρέπει να φταίει κάποιος άλλος. Υπό την προϋπόθεση αυτό ο άλλος να είναι άγνωστος.
Η δήλωση πτώχευσης, που θα μπορούσε να ενεργοποιήσει τους μηχανισμούς βοηθείας των εταίρων μας, υπό την προϋπόθεση της εφαρμογής απάνθρωπα σκληρών μέτρων προσαρμογής, (τα οποία θα εποπτεύουν οι ίδιοι, όχι τόσο για να εξασφαλίσουν την επιστροφή των χρημάτων τους, όπως τόσο κοντόθωρα κάποιοι υποθέτουν, αλλά για να διασφαλίσουν την δίκαιη κατανομή των βαρών στο εσωτερικό της χώρας και με τον τρόπο αυτό να ενισχύσουν το αίσθημα συνοχής της κοινωνίας που είναι ο μόνος όρος που εγγυάται την μεσοπρόθεσμη πορεία μας), είναι κατά την άποψη μου η μόνη λύση. Και αυτό διότι αυτή η λύση εγγυάται και την ταυτόχρονη καταστροφή του πολιτικού συστήματος το οποίο, όπως προανέφερα, μπορεί να επιβιώσει μόνο πάνω στα συντρίμμια του κοινωνικού ιστού.
Σε ομαλούς καιρούς η οικονομία είναι μια πολύ δύσκολη και δυσνόητη επιστήμη. Και αυτό διότι στο μεγαλύτερο μέρος της αποτελεί τεχνητό δημιούργημα της ανθρώπινης διάνοιας άσχετο με τον φυσικό νόμο. Σε περιόδους έκτακτες, όμως, όπως η σημερινή, η οικονομική θεωρία μετασχηματίζεται σε ένα ιδιαίτερα απλό παιχνίδι λογικής, σαν ένα από αυτά που καλείται να επιλύσει στον καθημερινό του βίο ο κάθε συνετός οικογενειάρχης. Το χρέος λοιπόν, εν όψει της μηδενικής πλέον παραγωγικότητας της χώρας, είναι αυτοτροφοδοτούμενο. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι η χώρα έχει εισέλθει σε σειρά φαύλων κύκλων και δεν μπορεί να συνεχίζει να δανείζεται. Το αυτονόητο πλέον είναι η αρχή της προσπάθειας αποπληρωμής του κεφαλαίου. Πολύ περισσότερο αυτονόητο από τα καθημερινά διακηρυσσόμενα "δικαιώματα" του κόσμου, όπως αυτά εννοούνται στα πλαίσια του μέχρι σήμερα χρηματοδοτούμενου με δανεικά κυρίαρχου καταναλωτικού μοντέλου. Ο μέσος έλληνας θεωρεί σήμερα δεδομένο το επίπεδο ζωής του. Και ήδη αντιδρά σε περικοπές του εισοδήματος του της τάξεως του 10 ή και 20%. Η αποκατάσταση της ισορροπίας όμως απαιτεί μεγαλύτερες, πολύ μεγαλύτερες περικοπές. Απαιτεί να επιστρέψουμε στις συνθήκες ζωής της δεκαετίας του 70. Η πολιτική τάξη δεν θα μας βοηθήσει να το καταλάβουμε. Αυτό δεν είναι προς το συμφέρον μας».
Και συνεχίζει:
Πριν από έναν περίπου μήνα αλίευσα από γνωστό φόρουμ μια συγκλονιστική δήλωση δύο γραμμών. Την κράτησα γιατί πιστεύω ότι συμπυκνώνει μέσα σε λίγες κουβέντες όλο το ελληνικό δράμα.
“Το ζητούμενο είναι ποιoς φταίει συνολικά για το χρέος από το 1981 ή ποιοί έστελναν ψευδή στοιχεία στις Βρυξέλλες? To πρώτο είναι το ζητούμενο. Τα ψευδή στοιχεία δεν επιβάρυναν την τσέπη μας. Την τσέπη μας την επιβάρυναν αυτοί που δανείζονταν αλόγιστα και γιγάντωσαν το χρέος όταν αυτό βρισκόταν το ‘81, μόλις στο 30% του ΑΕΠ’’.
Τα ψευδή στοιχεία λοιπόν δεν επιβάρυναν την τσέπη μας. Άρα δεν είναι πρόβλημα. Πρόβλημα για τον σημερινό έλληνα είναι μόνον ότι επιβαρύνει την τσέπη του. Ας το κρατήσουμε για την συνέχεια.
Αυτό που ενοχλεί βαθύτατα τους εταίρους μας, -και ειδικότερα τους γερμανούς που αντιμετωπίζουν τα πράγματα από μια εντελώς άγνωστη σε μας ιδεαλιστική σκοπιά, όσο και εάν εμείς νομίζουμε ότι σκέπτονται και αντιδρούν ψυχρά και μηχανιστικά-, είναι το γεγονός ότι, σε όλη αυτή την συζήτηση που γίνεται τους τελευταίους μήνες διαφαίνεται κάτι. Διαφαίνεται η βεβαιότητα μας ότι, ότι και εάν γίνει, δεν θα μας αφήσουν τελικά να βουλιάξουμε γιατί δεν έχουν την πολυτέλεια να το κάνουν. Και με σημαία αυτήν την πεποίθηση ξεκινάμε τις όποιες διαπραγματεύσεις. Την πεποίθηση του ασφαλούς τέλους. Αυτό στην γλώσσα τους ονομάζεται έκθεση στον ηθικό κίνδυνο. Δευτερευόντως τους ξενίζει το γεγονός ότι μια από τις προϋποθέσεις που θέτουμε, για να αρχίσουμε να συζητάμε, είτε με αυτούς είτε μεταξύ μας, είναι το αυτονόητο της διατήρησης του "καταχτημένου" επιπέδου ζωής μας, το οποίο "δεν διαπραγματευόμαστε". Ή έστω είμαστε έτοιμοι να κάνουμε κάποιες υποχωρήσεις, αλλά όχι μεγάλες.
Το πρώτο ζήτημα είναι αμιγώς ηθικής φύσεως. Γιατί στην πραγματικότητα δεν νοιώθουν ότι τους εμπαίζουμε. Δεν τους ενοχλεί τόσο η αντανάκλαση της στάσης μας επάνω τους. Το γεγονός δηλαδή ότι οι ίδιοι μπορεί να είναι θύματα εκβιασμού και κοροϊδίας. Αυτό ισχύει εν μέρει, χωρίς ωστόσο να είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Η κυρίως ενόχληση προκαλείται πρωτογενώς και αφορά αυτήν καθ΄ευατήν την έκπληκτη διαπίστωση ότι δεν μοιραζόμαστε κοινές ηθικές αξίες. Δεν είμαστε ισότιμοι συνομιλητές σε ηθικό επίπεδο. Δεν ανήκουμε στην ίδια οικογένεια. Ένα από τα πράγματα που μαθαίνει από πολύ τρυφερή ηλικία ο μέσος γερμανός είναι η αίσθηση του καθήκοντος και της προσωπικής ευθύνης. Σαν μέλος μια πανίσχυρης συλλογικότητας οφείλει να μάθει, πολύ πριν από τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις του απέναντι στους άλλους. Έχουν μια λέξη εδώ που δεν μπορεί να αποδοθεί στα ελληνικά παρά μόνον περιγραφικά. ΄Οπως και πολλές άλλες που υπάρχουν μοναδικά σε κάθε γλώσσα και που καταδεικνύουν τις βαθιές διαφορές των πολιτισμών. Την λέξη Empörung. Που περιγράφει ένα αίσθημα έκπληξης και θυμού που συνοδεύεται από πολύ έντονα συναισθήματα και προέρχεται από την θέα της παράβασης και καταπάτησης ηθικών συμβάσεων. Αυτό είναι το πρόβλημα των εταίρων μας. Κυρίως των γερμανών. Αυτό είναι που τους κάνει να νοιώθουν ξένοι μαζί μας και ασφαλώς, από ένα σημείο και πέρα, ηθικά πλέον ανώτεροι. Προσωπικά δεν τους δίνω καθόλου άδικο. Η στάση της πολιτικής μας ηγεσίας, και δυστυχώς και η στάση πολλών απλών ελλήνων, που διαμορφώνεται παράλληλα τον τελευταίο καιρό, περιέχει σαφώς αυτό το τόσο σημαντικό για τους γερμανούς στοιχείο τής αγνόησης του ηθικού κινδύνου. Αυτό εγείρει αισθήματα περιφρόνησης. Υπό αυτήν την έννοια πιστεύω ότι θα δεχθούν να μας βοηθήσουν μόνον όταν αισθανθούν ότι το κυρίαρχο σήμερα στην γερμανική κοινωνία Empörung δεν γεννάται από τον τρόπο που σκέπτεται η κύρια μάζα του ελληνικού λαού. Και ότι, αντίθετα, αυτός λαός είναι και ο ίδιος εξαπατημένος και θύμα ενός μικρού αριθμού απατεώνων που έχει φθάσει η ώρα να αποβληθούν. Με άλλα λόγια υποστηρίζω, ότι οι εταίροι μας είναι αυτή τη στιγμή οι φυσικοί μας σύμμαχοι για την εκδίωξη της σάπιας πολιτικής ελίτ και της άθλιας δημοσιουπαλληλίας που με αγαστή συνεργασία κυβερνούν μεταπολεμικά την χώρα. Αυτό ασφαλώς σημαίνει ότι θα πρέπει οι ίδιοι να διαχειρισθούν την βοήθεια που θα δώσουν υποκαθιστώντας τις δικές μας κρατικές δομές και βοηθώντας στην εξυγίανση τους. Να πω καθαρά ότι εννοώ να μας κυβερνήσουν για μερικά χρόνια; Θα είναι πολύ καλύτερα για όλους μας. Και διόλου δεν θα θίξει την εθνική μας περηφάνια. Τουλάχιστον περισσότερο από όσο την θίγουν αυτοί που μας έχουν μετατρέψει σε άβουλα και ελεεινά υποζύγια, σε ανελλήνιστη πολτώδη ανθρώπινη μάζα, χωρίς πολιτισμό και ταυτότητα». Αν θέλεις διάβασε πιο συγκροτημένα την άποψη μου γι΄αυτό εδώ:
http://ermippos.blogspot.com/2010/03/emporung.html
και εδώ:
http://ermippos.blogspot.com/2010/02/blog-post_23.html
Όσον αφορά το δεύτερο ζήτημα. Η πλειοψηφία των ελλήνων δεν έχει κατανοήσει ακριβώς τι ζητάμε από τους εταίρους μας. Αυτή η απίστευτη ανοησία του ΓΑΠ, αλλά και των άλλων της άλλης πλευράς, περί πολιτικής στήριξης, δεν βοηθά καθόλου. Τι θα πει πολιτική στήριξη; Στήριξη μπορεί να υπάρξει είτε με άμεσο δανεισμό είτε με εγγύηση δανείων από τρίτους. Τα δεδομένα λοιπόν είναι δύο.
α = Το πρόβλημα μας είναι πλέον κυκλικό. Με δεδομένη την παραγωγικότητα της χώρας ο δανεισμός δεν είναι διατηρήσιμος.
β = Δεν διαπραγματευόμαστε τα "κεχτημένα"
α+β=γ
όπου γ= ζητούμε να μας ταϊζουνε οι άλλοι με την δουλειά τους γιατί είμαστε μάγκες όπως εμείς τόσα χρόνια ταϊζουμε την κάστα των πολιτικών, την δημοσιουπαλληλία και τους συνταξιούχους μαϊμούδες ==> δ
όπου δ = αυτό δεν γίνεται - δεν θα το κάναμε ποτέ και εμείς γι' αυτούς
Ας ξαναγυρίσουμε λοιπόν στην δήλωση του φίλου μας και ας σκεφτούμε κάτω από το φως αυτό την εξέλιξη των πραγμάτων. Σήμερα ο φίλος μας δεν έχει πρόβλημα με ότι κάνει στους γερμανούς επειδή αυτό δεν επηρεάζει την τσέπη του. Αύριο δεν θα έχει πρόβλημα με αυτό που θα κάνει στους γείτονες του, στον Δημήτρη, την Καίτη και τον Μάκη αν αυτό δεν επηρεάζει την τσέπη του. Μετά θα φτάσει στα ξαδέλφια και τα αδέλφια του, φτάνει να μένει ακέραια η τσέπη του. Ίσως να σεβαστεί μόνον τα ίδια του τα παιδιά. Αυτό είναι που εννοώ με τον όρο "ιδιότυπος εμφύλιος".
Πριν από τρία χρόνια έγραφα στην ιστοσελίδα μου ότι:
Η Ελλάδα βρίσκεται από χρόνια σε πορεία βαθιάς και μη αναστρέψιμης παρακμής. Οι έλληνες έχουν πάψει από καιρό να αποτελούν μέλη μιας ενιαίας κοινωνικής οντότητας. Κάθε έννοια κοινότητας έχει αποσυντεθεί και το μεγαλύτερο πλέον διακριτό συσσωμάτωμα που έχει απομείνει είναι αυτό της πυρηνικής οικογένειας. Και μόνο στα πλαίσια του ελάχιστου αυτού μορφώματος μπορεί πλέον η συντριπτική πλειοψηφία να απολαύσει την βεβαιότητα της σιγουριάς και της ασφάλειας, να νοιώσει αισθήματα αγάπης, φιλαλληλίας και αλληλεγγύης και να εμπνευσθεί στόχους και οράματα. Εκ των πραγμάτων βέβαια, μικρούς στόχους και μικρά οράματα ... ... ... Σε κάθε περίπτωση δεν πιστεύω ότι υπάρχει διέξοδος από την τραγική θέση στην οποία καθημερινά διολισθαίνουμε. Αν υπάρχει μια και μόνη ελπίδα αυτή θα πρέπει αναγκαστικά να έχει το ίδιο δυσβάστακτο κόστος με το κόστος της παρακμής στην οποία έχουμε οδηγηθεί. Φθηνές λύσεις, αλλοίμονο, δεν υπάρχουν. Υπό την έννοια αυτή εάν υπάρχει ελπίδα αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη από μια μείζονα εθνική καταστροφή. Καταστροφή τόσο μεγάλη που θα αγγίξει και θα βασανίσει το κάθε σπίτι και την κάθε γειτονιά της χώρας. Καταστροφή που θα μας κάνει να σκεφτούμε όχι μεθόδους και τρόπους και διαδικασίες αλλά, αντίθετα, το νόημα της ίδιας της ύπαρξης μας. Και θα μας ξαναδώσει εκείνα τα πνευματικά και ηθικά εφόδια που πρέπει να διαθέτουμε για να μπορούμε, όταν χρειασθεί, να δυστυχούμε με αξιοπρέπεια.
Όλο το κείμενο, που δυστυχώς αποδεικνύεται προφητικό, είναι εδώ:
http://ermippos.blogspot.com/2007/09/blog-post.html
και μόλις πέρυσι ότι:
Δυστυχώς η πορεία είναι μη αναστρέψιμη και η λύση θα επέλθει υπό συνθήκες κάθαρσης μετά την κορύφωση του δράματος.
Υπό την έννοια αυτή η αντίδραση που είναι σκόπιμο να προβάλλουμε πρέπει να βρίσκεται στην κατεύθυνση της καλλιέργειας των συνθηκών υποδοχής της διάδοχης κατάστασης. Στην ουσία αυτό που μπορούμε και πρέπει να επιδιώξουμε είναι η διαμόρφωση των δικλείδων ασφαλείας για την επόμενη φάση. Και στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να έχουμε καλά ένα πράγμα στο μυαλό μας. Ότι η χώρα δεν χρειάζεται ούτε σωτήρες ούτε φωτισμένους οδηγούς. Χρειάζεται μόνον την εφαρμογή των θεσμών της σύγχρονης δημοκρατίας. Την ευρύτατη διασπορά της ισχύος μέσω της πλήρους και με απόλυτα στεγανά διάκρισης των εξουσιών. Όλα τα υπόλοιπα θα έρθουν μόνα τους μέσα από τις αναπόφευκτες και παραγωγικές περιφερειακές χαοτικές συγκρούσεις.
Θα βρείτε το πλήρες κείμενο στον δεσμό:
http://ermippos.blogspot.com/2009/09/blog-post.html
Για να καταλήξει στο:
«Εθνικόν είναι το αληθές, είχε πει ο Διονύσιος Σολωμός. Ποτέ το αντίθετο. Και για να είμαι ειλικρινής δεν βλέπω τι είναι αυτό που γράφεται για μας σε όλα αυτά τα δήθεν προπαγανδιστικά μέσα του δυτικού κόσμου και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Το αν δεν μας αρέσει το πρόσωπο μας στον καθρέφτη και θέλουμε να το κρύψουμε, να το κρύψουμε ακόμη και από τον ίδιο μας τον εαυτό, για να συνεχίσουμε να ζούμε σε έναν κόσμο που υπάρχει μόνο στην φαντασία και τα όνειρα μας, είναι άλλης τάξεως ζήτημα.
Οι ευρωπαίοι ξέρουν πλέον πολύ καλά, -και αυτό είναι κάτι που και εμείς γνωρίζουμε αλλά αρνούμεθα να το ομολογήσουμε ακόμη και στον ίδιο μας τον εαυτό-, τι πρόκειται να κάνουμε αν και αυτήν την φορά μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε χωρίς όρους καινούργια δανεικά. Οι πολιτικοί, -σήμερα είναι αυτοί του ΠΑΣΟΚ και δεν θα έκανε καμία διαφορά εάν ήταν της ΝΔ-, περιμένουν πως και πως για να πετάξουν τα μισά διορίζοντας νέες στρατιές άχρηστων μονίμων υπαλλήλων και εξαθλιωμένων stagiers, μετρώντας τα εξαργυρώσιμα κουκιά των επόμενων εκλογών. Από κοντά η συμπαθής τάξη των νταβατζήδων, σε αγαστή συνεργασία με τους παραπάνω, βρίσκεται σε ετοιμότητα για έναν ακόμη γύρο χρυσοπληρωμένων δήθεν αναπτυξιακών έργων. Και στην ουρά ο ίδιος ο αγνός λαός, τα εκατομμύρια των ανώνυμων, πάντα πρόθυμος να εξαγορασθεί φτηνά και να νομιμοποιήσει την παρακμή με την ψήφο του, στο παιχνίδι της δίχως κανόνες νόθας δημοκρατίας. Για να πάρει το δικό του μικρό μερίδιο στο παιχνίδι της διαφθοράς και να διαιωνίσει την ομερτά του με τους ισχυρούς. Για ένα εκτρωματικό αυθαίρετο, μια μικρή μίζα στο νοσοκομείο, ένα δωράκι στο τελωνείο, ένα ποσοστό για τα στραβά μάτια στην εφορία. Και στο βάθος για να κρατάει ζωντανή η ελπίδα στο υπέρτατο όνειρο. Ένα από τα παιδιά στο δημόσιο, έστω και αν δεν μπορεί, έστω και αν για να προτιμηθεί στην συνέντευξη θα πρέπει να αδικηθεί βαριά και να πνιγεί στο μίσος που γεννά η αίσθηση της άνισης μεταχείρισης το παιδί του γείτονα, που απλά τυχαίνει να είναι καλύτερο. Αυτόν τον ιδιότυπο παράδεισο που έχουμε φτιάξει τον ονομάζουμε αυτάρεσκα χώρο εθνικής κυριαρχίας. Και το δικαίωμα να τον συντηρούμε ανενόχλητα με δανεικά ελληνική υπερηφάνεια.
Μιλάμε ακατάπαυστα και με ακλόνητη βεβαιότητα για πράγματα που πολύ λίγο γνωρίζουμε. Δεν έχουμε ιδέα για το ποιοι είναι οι Γάλλοι, οι Γερμανοί, οι Άγγλοι αλλά δεν διστάζουμε να τους περνάμε κάθε μέρα από τα αυστηρά λαϊκά μας δικαστήρια. Μας ενοχλεί η δήθεν άδικη σημερινή τους στάση. Ξεχνάμε όμως ότι όλα αυτά τα δυσάρεστα που σήμερα μας υπαγορεύουν βασίζονται σε προσυμφωνημένους όρους που φέρουν από κάτω φαρδιά πλατιά την υπογραφή μας. "Τα υψηλά μέρη αποφάσισαν και συμφώνησαν" γράφουν στο προοίμιο τους οι συνθήκες που κάποτε με χαρά συναποδεχθήκαμε. Ξεχνάμε ότι κανείς δεν μας ανάγκασε να το κάνουμε. Μιλώντας για την χαμένη εθνική μας κυριαρχία ξεχνάμε επίσης και κάτι άλλο. Ότι την στιγμή της υπογραφής των συνθηκών, αυτοί που σήμερα κατηγορούνται ως νέοι εχθροί του ελληνισμού, μας εκχώρησαν, στο μέρος που μας αναλογούσε, ένα κομμάτι της δικής τους εθνικής κυριαρχίας. Μας έδωσαν την εξουσία να χειριζόμαστε το νόμισμα τους, να συνδιαμορφώνουμε το μέλλον τους και να ασκούμε βέτο στις αποφάσεις που αφορούν και τις δικές τους ζωές. Και τώρα δεν κάνουν τίποτε περισσότερο από του να ζητούν την εφαρμογή των συμφωνηθέντων.
Αλλά μια και το πρόβλημα μας είναι η εθνική μας κυριαρχία. Τι σημαίνει αυτός ο τόσο βαριά φορτισμένος όρος; Μήπως γυμνός από το ουσιαστικό του περιεχόμενο έχει απομείνει μόνο ένα άδειο κέλυφος, που διεγείρει το συναίσθημα των ελλήνων χωρίς να ακουμπά ούτε κατ΄ ελάχιστον την λογική τους; Ποιο είναι άραγε το νόημα της κυριαρχίας για τον μέσο έλληνα, που όταν έρθει η ώρα να διεκδικήσει τα στοιχειώδη δικαιώματα του στριμώχνεται ταπεινωμένος μέσα σε βουλευτικά γραφεία, αντί να αναζητά τις απαντήσεις που χρειάζεται στον νόμο και στις γραμμές του κοινωνικού του συμβολαίου; Που τρέμει μπροστά στην αυθαιρεσία του χωρίς κανόνες φορολογικού ελέγχου. Που είναι φόρου υποτελής μιας εξαχρειωμένης δημοσιοϋπαλληλίας, οχυρωμένης πίσω από τα προνόμια της μονιμότητας και του νομικά ακαταδίωκτου. Που φτάνει όλο και πιο συχνά να ακουμπά στα όρια της απεγνωσμένης αυτοδικίας ή της καταθλιπτικής παραίτησης, στερούμενος το προνόμιο του φυσικού του δικαστή. Που βιώνει καθημερινά την βία της αναξιοκρατίας, έχοντας σαν μόνη υπαρκτή ελπίδα να αλλάξει στρατόπεδο και να βρεθεί αυτός, από την θέση του αδικημένου, στην θέση αυτού που με την σειρά του θα αδικεί. Αν πρόκειται να χάσουμε αυτήν την κυριαρχία, αυτό το δικαίωμα να μετατρέπουμε την κοινωνία μας σε μια κατακερματισμένη ζούγκλα αντικρουόμενων συμφερόντων, όπου το δίκαιο του ισχυρού κυριαρχεί πέρα από κάθε έννοια δικαιοσύνης και ηθικής, θα έπρεπε να ευχαριστούμε θερμά και όχι να λοιδορούμε αυτούς που σήμερα βαλθήκαμε να πείσουμε τους εαυτούς μας ότι συνωμοτούν εναντίον μας.
Και από την άλλη μεριά ο θρήνος για την εν κινδύνω ευρισκόμενη περηφάνια μας. Περηφάνια για μια γλώσσα που οι πιο πολλοί πλέον δεν γνωρίζουν να γράφουν και να μιλούν. Για μια ιστορία που σχεδόν οι πάντες αγνοούν. Για μια χώρα που θέλουμε να νομίζουμε αυτάρεσκα ότι παραμένει όμορφη κλείνοντας τα μάτια στον καθημερινό βιασμό της από τις εκτρωματικές μας πόλεις, τα άθλια και βρωμερά δημόσια κτίρια, τα εκατομμύρια αυθαίρετα που μολύνουν τον αισθητικό ορίζοντα, τις χιλιάδες χωματερές και τα μολυσμένα ποτάμια. Για κάποιες οριστικά χαμένες παραδόσεις, που κολακευόμαστε ότι ακόμη διατηρούμε όταν μαζευόμαστε στις τσιμεντένιες πλατείες, πάνω από πλαστικά τραπεζομάντηλα, για να ακούσουμε όχι τραγούδια λαϊκά αλλά τραγούδια που φτιάχτηκαν για τον λαό. Για τα άλλοτε Χριστούγεννα, που έχουν καταντήσει γιορτή της καταναλωτικής παραζάλης των εμπορικών κέντρων. Και για το ψεύτικο πια Ελληνικό Πάσχα της υψηλής γευσιγνωσίας των νηστίσιμων ψαρικών, στους οργιαστικούς μπουφέδες των ξενοδοχείων της Μυκόνου το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής. Τι σχέση μπορεί να έχουν όλα αυτά με εκείνες τις ελληνικές κοινότητες των απλών και ευλαβών πανηγυριστών, που έρχονταν απ' τα πολύ παλιά και που μαζεύονταν μέσα στο άγριο καταχείμωνο στον Χριστό στο Κάστρο, στην Σκιάθο του Παπαδιαμάντη;
Περήφανοι για το είδωλο μας στον παραμορφωτικό καθρέπτη μιλάμε με περιφρόνηση για τους, όπως νομίζουμε, ψυχρούς και μηχανιστικούς κόσμους των άγγλων και των γερμανών. Έχει δει κανείς από μας άγγλους δικηγόρους να αγορεύουν και δικαστές να δικάζουν φορώντας τα θεατρικά, αλλά τόσο βαθιά λειτουργικά για την αίσθηση της απονομής πραγματικής δικαιοσύνης, σύμβολα της ιερής παράδοσης αιώνων; Έχει βρεθεί κάποιος από τους αυστηρούς νεοέλληνες κριτές μάρτυρας σε τοπική γιορτή, σε παρέλαση αρχέγονων συμβόλων για τον εορτασμό της σοδειάς, σε ένα από τα χωριά της βαθιάς Βαυαρίας; Αντίθετα, κάποιοι από εμάς έχουν επισκεφθεί το Μέγα Σπήλαιο. Αλλά σε κανέναν δεν έκαναν δυσάρεστη εντύπωση οι χαραγμένες με σουγιά παλιές τοιχογραφίες, με τις τρυπημένες από βέλη καρδιές των ερωτευμένων επισκεπτών και τις ημερομηνίες που παραβρέθηκαν εκεί ο Γιώργος από το Αγρίνιο, η Καίτη από τον Χολαργό και τα ελληνόπαιδα της τρίτης τάξης του Β΄ Λυκείου της Θεσσαλονίκης.
Θα είναι μια λύτρωση να μείνουμε γυμνοί από μια τέτοια περηφάνια. Ακόμη και αν αυτό είναι κάτι που μας ζητούν αυτοί που, για μια ακόμη φορά στην μακραίωνη ιστορία μας, μας μισούν και μας εχθρεύονται. Μόνο και μόνο επειδή είμαστε Έλληνες».
Την αφορμή για το εκτενές κείμενο που ακολουθεί, ή καλύτερα για την παρουσίαση της συρραφής μιας σειράς ανεξάρτητων κειμένων, που γράφτηκαν με αρκετά μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ τους, την δίνει το περιεχόμενο της αλληλογραφίας που είχα τις τελευταίες ημέρες με έναν εξαίρετο αρθρογράφο και ιδιαίτερα αναλυτικό νου, τον «Έρμιππο».
Η αλήθεια είναι ότι, σε κάποια σημεία, οι θέσεις που υιοθετούνται σε σχέση με το ευρύτατο κοινωνικο-πολιτικο-οικονομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε ως χώρα εν γένει, και ως κοινωνία ειδικότερα, μπορεί να ξενίσουν κάποιους. Και αυτό διότι, oι θέσεις αυτές, αν και εμβριθώς τεκμηριωμένες, οδηγούν σε τελικά συμπεράσματα διόλου τιμητικά για εμάς.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, θεωρώ ότι, ανεξάρτητα από την όποια αρχική ερμηνεία, στα κείμενα που ακολουθούν ξεδιπλώνεται ένας προβληματισμός που αξίζει να απασχολήσει κάθε σκεπτόμενο πολίτη, που θέλει να παραμένει μακριά από τυφλούς ιδεολογισμούς, κομματικές ιδεοληψίες και στεροετυπικές πολιτικοκοινωνικές προκαταλήψεις.
Ο προβληματισμός που εγείρει το σκεπτικό του αρθρογράφου, θεωρώ ότι μόνο γόνιμος μπορεί να είναι. Οι όποιες αντιρρήσεις, μπορούν δικαιολογημένα να δημιουργήσουν ένα ευρύτατο πεδίο έντονης αντιπαράθεσης. Ταυτόχρονα όμως και να αφυπνίσουν υπνώτουσες συνειδήσεις.
Γράφει λοιπόν ο Έρμιππος:
«Μια από τις "αρετές" του πελατειακού πολιτικού συστήματος είναι ότι μπορεί να δίνει την αίσθηση σε κάθε έναν από εμάς ότι τίποτε από όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας δεν μας αφορά. Και αυτό διότι η πρόσκτηση των δικαιωμάτων μας δεν γίνεται στα πλαίσια ενός κοινωνικού συμβολαίου που έχει συνταχθεί με βάση την αμοιβαιότητα της συλλογικότητας αλλά αντίθετα είναι αποτέλεσμα προσωπική συναλλαγής μεταξύ του πολίτη - δουλοπάροικου και του αφέντη - γαικτήμονα. Ο πρώτος νομιμοποιεί την εξουσία του δευτέρου και ο δεύτερος με την σειρά του εγγυάται εν είδει γενναιόδωρης δωρεάς την σε ατομικό αποκλειστικά επίπεδο ασφάλεια και ελευθερία δράσης του πρώτου. Αυτό που ευσχήμως αποκαλούμε ελληνική κοινωνία δεν είναι τίποτε άλλο από ένα σύνολο εχθρικών μεταξύ τους θελήσεων που ανταγωνίζονται για την προσέλκυση της εύνοιας του ηγεμόνα. Η αποκατάσταση της χαμένης αίσθησης συλλογικότητας, που είναι και το κλειδί για την έξοδο από οποιαδήποτε κρίση, είναι ένα γιγαντιαίο έργο με ορίζοντα γενιάς, αν όχι γενεών. Η βάση για τον σχηματικό μιας συλλογικότητας είναι η εμπιστοσύνη. Και το έλλειμμα της ελληνικής κοινωνίας σήμερα είναι πρωτίστως έλλειμμα εμπιστοσύνης.
Το ελληνικό πελατειακό σύστημα στηρίζεται γερά πάνω στα θεμέλια της δημοσιουπαλληλίας. Οι υπάλληλοι της διοίκησης δεν είναι απλά κάποιοι στιγμιαία ευεργετηθέντες που κατέλαβαν με ευνοϊκούς όρους μια θέση για να προσπορίζονται τα προς το ζειν. Είναι εργαλείο και συνεργάτες της πολιτικής τάξης. Είναι ο βραχίονας με τον οποίο η πολιτική φαυλότητα διαχειρίζεται τις ανάγκες που η ίδια δημιουργεί, μέσα από την ασάφεια των νόμων, την υπέρμετρη γραφειοκρατία, το θεσμικό κενό, την παρέμβαση σε τομείς που δεν θα έπρεπε, και κατανέμει τα εξατομικευμένα χαριστικά προνόμια που δημιουργούν στον πολίτη δουλοπάροικο την ατομική αίσθηση της κατά παραχώρηση λύσης των προσωπικών του προβλημάτων. Το πολιτικό σύστημα στηρίζεται στην δημοσιουπαλληλία για να διατηρήσει την ηγεμονία του και η δημοσιουπαλληλία υπηρετεί με την σειρά της τους δυνάστες για να εξασφαλίζει την άκοπη και άνετη επιβίωση της.
Στο πλαίσιο του ύψιστου στόχου των πολιτικών, που είναι η όσο το δυνατόν ευρύτερη διάσπαση της συλλογικότητας, εντάσσεται και η συχνότατη επίδειξη εύνοιας σε ομάδες της κοινωνίας με την χορήγηση ειδικών προνομίων αλλά και την παράλληλη καλλιέργεια του φόβου για την κατάργηση τους, (δες κλειστά επαγγέλματα, ειδικές μεταχειρίσεις και προνόμια κλάδων κ.λ.π.) με σκοπό την αποτροπή δημιουργίας συγκολλητικών ιστών που θα επιτρέψουν την δημιουργία κρίσιμων πυρήνων εκδήλωσης αντίστασης.Το πολιτικό σύστημα δεν γνωρίζει άλλους τρόπους ρύθμισης της κοινωνικής πραγματικότητας και σήμερα, υπό καθεστώς έλλειψης των πόρων που χρειάζεται για την διεκπεραίωση των συναλλαγών και της εξαγοράς της στήριξης, καταβάλει μια απεγνωσμένη προσπάθεια για την διατήρηση του.
Υπό αυτές της συνθήκες η μόνη διέξοδός του είναι η ακόμη μεγαλύτερη διάσπαση της ελληνικής κοινωνίας σε αντιμαχόμενα μέρη και η προσπάθεια να στρέψει τα μέρη αυτά το ένα εναντίον του άλλου. Τελικός στόχος είναι η διατήρησή του σε ρόλο διαιτητού και διανομέα, εν είδει δολώματος, τεμαχίων της όλο και μικρότερης πίτας. Η χώρα λοιπόν βαδίζει τάχιστα σε καθεστώς ιδιότυπου εμφυλίου πολέμου.
Τι άλλο μπορεί να εξυπηρετούν οι κραυγές για τα αναφαίρετα δικαιώματα του κόσμου, που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να είναι αυτός που θα επιβαρυνθεί για το ξεπέρασμα της κρίσης; Τι άλλο εκτός από την δημιουργία στον κάθε έναν από εμάς της αίσθησης, της προσωπικής αίσθησης, ότι θα μπορούσε να περάσει αλώβητος από τις συμπληγάδες, αφήνοντας πίσω του θύματα κάποιους άλλους που με κάποιο τρόπο είναι ένοχοι και υπόχρεοι διότι έσφαλαν. Σε όλο αυτό το διάστημα των τελευταίων μηνών της αποκάλυψης της γύμνιας μας ελάχιστες είναι εκείνες οι επίσημες φωνές που καλούν σε συστράτευση, σε κοινούς αγώνες και σε συλλογικές θυσίες. Αντίθετα όλοι μιλούν για την προστασία του επώνυμου καθημερινού εργαζόμενου που δεν φταίει και επικαλούνται αόριστα και υποκριτικά την τιμωρία και την επιβάρυνση κάποιων άλλων, σκοτεινών και ανώνυμων, που ουδείς μπορεί να εντοπίσει και να συλλάβει. Πάντα πρέπει να φταίει κάποιος άλλος. Υπό την προϋπόθεση αυτό ο άλλος να είναι άγνωστος.
Η δήλωση πτώχευσης, που θα μπορούσε να ενεργοποιήσει τους μηχανισμούς βοηθείας των εταίρων μας, υπό την προϋπόθεση της εφαρμογής απάνθρωπα σκληρών μέτρων προσαρμογής, (τα οποία θα εποπτεύουν οι ίδιοι, όχι τόσο για να εξασφαλίσουν την επιστροφή των χρημάτων τους, όπως τόσο κοντόθωρα κάποιοι υποθέτουν, αλλά για να διασφαλίσουν την δίκαιη κατανομή των βαρών στο εσωτερικό της χώρας και με τον τρόπο αυτό να ενισχύσουν το αίσθημα συνοχής της κοινωνίας που είναι ο μόνος όρος που εγγυάται την μεσοπρόθεσμη πορεία μας), είναι κατά την άποψη μου η μόνη λύση. Και αυτό διότι αυτή η λύση εγγυάται και την ταυτόχρονη καταστροφή του πολιτικού συστήματος το οποίο, όπως προανέφερα, μπορεί να επιβιώσει μόνο πάνω στα συντρίμμια του κοινωνικού ιστού.
Σε ομαλούς καιρούς η οικονομία είναι μια πολύ δύσκολη και δυσνόητη επιστήμη. Και αυτό διότι στο μεγαλύτερο μέρος της αποτελεί τεχνητό δημιούργημα της ανθρώπινης διάνοιας άσχετο με τον φυσικό νόμο. Σε περιόδους έκτακτες, όμως, όπως η σημερινή, η οικονομική θεωρία μετασχηματίζεται σε ένα ιδιαίτερα απλό παιχνίδι λογικής, σαν ένα από αυτά που καλείται να επιλύσει στον καθημερινό του βίο ο κάθε συνετός οικογενειάρχης. Το χρέος λοιπόν, εν όψει της μηδενικής πλέον παραγωγικότητας της χώρας, είναι αυτοτροφοδοτούμενο. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι η χώρα έχει εισέλθει σε σειρά φαύλων κύκλων και δεν μπορεί να συνεχίζει να δανείζεται. Το αυτονόητο πλέον είναι η αρχή της προσπάθειας αποπληρωμής του κεφαλαίου. Πολύ περισσότερο αυτονόητο από τα καθημερινά διακηρυσσόμενα "δικαιώματα" του κόσμου, όπως αυτά εννοούνται στα πλαίσια του μέχρι σήμερα χρηματοδοτούμενου με δανεικά κυρίαρχου καταναλωτικού μοντέλου. Ο μέσος έλληνας θεωρεί σήμερα δεδομένο το επίπεδο ζωής του. Και ήδη αντιδρά σε περικοπές του εισοδήματος του της τάξεως του 10 ή και 20%. Η αποκατάσταση της ισορροπίας όμως απαιτεί μεγαλύτερες, πολύ μεγαλύτερες περικοπές. Απαιτεί να επιστρέψουμε στις συνθήκες ζωής της δεκαετίας του 70. Η πολιτική τάξη δεν θα μας βοηθήσει να το καταλάβουμε. Αυτό δεν είναι προς το συμφέρον μας».
Και συνεχίζει:
Πριν από έναν περίπου μήνα αλίευσα από γνωστό φόρουμ μια συγκλονιστική δήλωση δύο γραμμών. Την κράτησα γιατί πιστεύω ότι συμπυκνώνει μέσα σε λίγες κουβέντες όλο το ελληνικό δράμα.
“Το ζητούμενο είναι ποιoς φταίει συνολικά για το χρέος από το 1981 ή ποιοί έστελναν ψευδή στοιχεία στις Βρυξέλλες? To πρώτο είναι το ζητούμενο. Τα ψευδή στοιχεία δεν επιβάρυναν την τσέπη μας. Την τσέπη μας την επιβάρυναν αυτοί που δανείζονταν αλόγιστα και γιγάντωσαν το χρέος όταν αυτό βρισκόταν το ‘81, μόλις στο 30% του ΑΕΠ’’.
Τα ψευδή στοιχεία λοιπόν δεν επιβάρυναν την τσέπη μας. Άρα δεν είναι πρόβλημα. Πρόβλημα για τον σημερινό έλληνα είναι μόνον ότι επιβαρύνει την τσέπη του. Ας το κρατήσουμε για την συνέχεια.
Αυτό που ενοχλεί βαθύτατα τους εταίρους μας, -και ειδικότερα τους γερμανούς που αντιμετωπίζουν τα πράγματα από μια εντελώς άγνωστη σε μας ιδεαλιστική σκοπιά, όσο και εάν εμείς νομίζουμε ότι σκέπτονται και αντιδρούν ψυχρά και μηχανιστικά-, είναι το γεγονός ότι, σε όλη αυτή την συζήτηση που γίνεται τους τελευταίους μήνες διαφαίνεται κάτι. Διαφαίνεται η βεβαιότητα μας ότι, ότι και εάν γίνει, δεν θα μας αφήσουν τελικά να βουλιάξουμε γιατί δεν έχουν την πολυτέλεια να το κάνουν. Και με σημαία αυτήν την πεποίθηση ξεκινάμε τις όποιες διαπραγματεύσεις. Την πεποίθηση του ασφαλούς τέλους. Αυτό στην γλώσσα τους ονομάζεται έκθεση στον ηθικό κίνδυνο. Δευτερευόντως τους ξενίζει το γεγονός ότι μια από τις προϋποθέσεις που θέτουμε, για να αρχίσουμε να συζητάμε, είτε με αυτούς είτε μεταξύ μας, είναι το αυτονόητο της διατήρησης του "καταχτημένου" επιπέδου ζωής μας, το οποίο "δεν διαπραγματευόμαστε". Ή έστω είμαστε έτοιμοι να κάνουμε κάποιες υποχωρήσεις, αλλά όχι μεγάλες.
Το πρώτο ζήτημα είναι αμιγώς ηθικής φύσεως. Γιατί στην πραγματικότητα δεν νοιώθουν ότι τους εμπαίζουμε. Δεν τους ενοχλεί τόσο η αντανάκλαση της στάσης μας επάνω τους. Το γεγονός δηλαδή ότι οι ίδιοι μπορεί να είναι θύματα εκβιασμού και κοροϊδίας. Αυτό ισχύει εν μέρει, χωρίς ωστόσο να είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Η κυρίως ενόχληση προκαλείται πρωτογενώς και αφορά αυτήν καθ΄ευατήν την έκπληκτη διαπίστωση ότι δεν μοιραζόμαστε κοινές ηθικές αξίες. Δεν είμαστε ισότιμοι συνομιλητές σε ηθικό επίπεδο. Δεν ανήκουμε στην ίδια οικογένεια. Ένα από τα πράγματα που μαθαίνει από πολύ τρυφερή ηλικία ο μέσος γερμανός είναι η αίσθηση του καθήκοντος και της προσωπικής ευθύνης. Σαν μέλος μια πανίσχυρης συλλογικότητας οφείλει να μάθει, πολύ πριν από τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις του απέναντι στους άλλους. Έχουν μια λέξη εδώ που δεν μπορεί να αποδοθεί στα ελληνικά παρά μόνον περιγραφικά. ΄Οπως και πολλές άλλες που υπάρχουν μοναδικά σε κάθε γλώσσα και που καταδεικνύουν τις βαθιές διαφορές των πολιτισμών. Την λέξη Empörung. Που περιγράφει ένα αίσθημα έκπληξης και θυμού που συνοδεύεται από πολύ έντονα συναισθήματα και προέρχεται από την θέα της παράβασης και καταπάτησης ηθικών συμβάσεων. Αυτό είναι το πρόβλημα των εταίρων μας. Κυρίως των γερμανών. Αυτό είναι που τους κάνει να νοιώθουν ξένοι μαζί μας και ασφαλώς, από ένα σημείο και πέρα, ηθικά πλέον ανώτεροι. Προσωπικά δεν τους δίνω καθόλου άδικο. Η στάση της πολιτικής μας ηγεσίας, και δυστυχώς και η στάση πολλών απλών ελλήνων, που διαμορφώνεται παράλληλα τον τελευταίο καιρό, περιέχει σαφώς αυτό το τόσο σημαντικό για τους γερμανούς στοιχείο τής αγνόησης του ηθικού κινδύνου. Αυτό εγείρει αισθήματα περιφρόνησης. Υπό αυτήν την έννοια πιστεύω ότι θα δεχθούν να μας βοηθήσουν μόνον όταν αισθανθούν ότι το κυρίαρχο σήμερα στην γερμανική κοινωνία Empörung δεν γεννάται από τον τρόπο που σκέπτεται η κύρια μάζα του ελληνικού λαού. Και ότι, αντίθετα, αυτός λαός είναι και ο ίδιος εξαπατημένος και θύμα ενός μικρού αριθμού απατεώνων που έχει φθάσει η ώρα να αποβληθούν. Με άλλα λόγια υποστηρίζω, ότι οι εταίροι μας είναι αυτή τη στιγμή οι φυσικοί μας σύμμαχοι για την εκδίωξη της σάπιας πολιτικής ελίτ και της άθλιας δημοσιουπαλληλίας που με αγαστή συνεργασία κυβερνούν μεταπολεμικά την χώρα. Αυτό ασφαλώς σημαίνει ότι θα πρέπει οι ίδιοι να διαχειρισθούν την βοήθεια που θα δώσουν υποκαθιστώντας τις δικές μας κρατικές δομές και βοηθώντας στην εξυγίανση τους. Να πω καθαρά ότι εννοώ να μας κυβερνήσουν για μερικά χρόνια; Θα είναι πολύ καλύτερα για όλους μας. Και διόλου δεν θα θίξει την εθνική μας περηφάνια. Τουλάχιστον περισσότερο από όσο την θίγουν αυτοί που μας έχουν μετατρέψει σε άβουλα και ελεεινά υποζύγια, σε ανελλήνιστη πολτώδη ανθρώπινη μάζα, χωρίς πολιτισμό και ταυτότητα». Αν θέλεις διάβασε πιο συγκροτημένα την άποψη μου γι΄αυτό εδώ:
http://ermippos.blogspot.com/2010/03/emporung.html
και εδώ:
http://ermippos.blogspot.com/2010/02/blog-post_23.html
Όσον αφορά το δεύτερο ζήτημα. Η πλειοψηφία των ελλήνων δεν έχει κατανοήσει ακριβώς τι ζητάμε από τους εταίρους μας. Αυτή η απίστευτη ανοησία του ΓΑΠ, αλλά και των άλλων της άλλης πλευράς, περί πολιτικής στήριξης, δεν βοηθά καθόλου. Τι θα πει πολιτική στήριξη; Στήριξη μπορεί να υπάρξει είτε με άμεσο δανεισμό είτε με εγγύηση δανείων από τρίτους. Τα δεδομένα λοιπόν είναι δύο.
α = Το πρόβλημα μας είναι πλέον κυκλικό. Με δεδομένη την παραγωγικότητα της χώρας ο δανεισμός δεν είναι διατηρήσιμος.
β = Δεν διαπραγματευόμαστε τα "κεχτημένα"
α+β=γ
όπου γ= ζητούμε να μας ταϊζουνε οι άλλοι με την δουλειά τους γιατί είμαστε μάγκες όπως εμείς τόσα χρόνια ταϊζουμε την κάστα των πολιτικών, την δημοσιουπαλληλία και τους συνταξιούχους μαϊμούδες ==> δ
όπου δ = αυτό δεν γίνεται - δεν θα το κάναμε ποτέ και εμείς γι' αυτούς
Ας ξαναγυρίσουμε λοιπόν στην δήλωση του φίλου μας και ας σκεφτούμε κάτω από το φως αυτό την εξέλιξη των πραγμάτων. Σήμερα ο φίλος μας δεν έχει πρόβλημα με ότι κάνει στους γερμανούς επειδή αυτό δεν επηρεάζει την τσέπη του. Αύριο δεν θα έχει πρόβλημα με αυτό που θα κάνει στους γείτονες του, στον Δημήτρη, την Καίτη και τον Μάκη αν αυτό δεν επηρεάζει την τσέπη του. Μετά θα φτάσει στα ξαδέλφια και τα αδέλφια του, φτάνει να μένει ακέραια η τσέπη του. Ίσως να σεβαστεί μόνον τα ίδια του τα παιδιά. Αυτό είναι που εννοώ με τον όρο "ιδιότυπος εμφύλιος".
Πριν από τρία χρόνια έγραφα στην ιστοσελίδα μου ότι:
Η Ελλάδα βρίσκεται από χρόνια σε πορεία βαθιάς και μη αναστρέψιμης παρακμής. Οι έλληνες έχουν πάψει από καιρό να αποτελούν μέλη μιας ενιαίας κοινωνικής οντότητας. Κάθε έννοια κοινότητας έχει αποσυντεθεί και το μεγαλύτερο πλέον διακριτό συσσωμάτωμα που έχει απομείνει είναι αυτό της πυρηνικής οικογένειας. Και μόνο στα πλαίσια του ελάχιστου αυτού μορφώματος μπορεί πλέον η συντριπτική πλειοψηφία να απολαύσει την βεβαιότητα της σιγουριάς και της ασφάλειας, να νοιώσει αισθήματα αγάπης, φιλαλληλίας και αλληλεγγύης και να εμπνευσθεί στόχους και οράματα. Εκ των πραγμάτων βέβαια, μικρούς στόχους και μικρά οράματα ... ... ... Σε κάθε περίπτωση δεν πιστεύω ότι υπάρχει διέξοδος από την τραγική θέση στην οποία καθημερινά διολισθαίνουμε. Αν υπάρχει μια και μόνη ελπίδα αυτή θα πρέπει αναγκαστικά να έχει το ίδιο δυσβάστακτο κόστος με το κόστος της παρακμής στην οποία έχουμε οδηγηθεί. Φθηνές λύσεις, αλλοίμονο, δεν υπάρχουν. Υπό την έννοια αυτή εάν υπάρχει ελπίδα αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη από μια μείζονα εθνική καταστροφή. Καταστροφή τόσο μεγάλη που θα αγγίξει και θα βασανίσει το κάθε σπίτι και την κάθε γειτονιά της χώρας. Καταστροφή που θα μας κάνει να σκεφτούμε όχι μεθόδους και τρόπους και διαδικασίες αλλά, αντίθετα, το νόημα της ίδιας της ύπαρξης μας. Και θα μας ξαναδώσει εκείνα τα πνευματικά και ηθικά εφόδια που πρέπει να διαθέτουμε για να μπορούμε, όταν χρειασθεί, να δυστυχούμε με αξιοπρέπεια.
Όλο το κείμενο, που δυστυχώς αποδεικνύεται προφητικό, είναι εδώ:
http://ermippos.blogspot.com/2007/09/blog-post.html
και μόλις πέρυσι ότι:
Δυστυχώς η πορεία είναι μη αναστρέψιμη και η λύση θα επέλθει υπό συνθήκες κάθαρσης μετά την κορύφωση του δράματος.
Υπό την έννοια αυτή η αντίδραση που είναι σκόπιμο να προβάλλουμε πρέπει να βρίσκεται στην κατεύθυνση της καλλιέργειας των συνθηκών υποδοχής της διάδοχης κατάστασης. Στην ουσία αυτό που μπορούμε και πρέπει να επιδιώξουμε είναι η διαμόρφωση των δικλείδων ασφαλείας για την επόμενη φάση. Και στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να έχουμε καλά ένα πράγμα στο μυαλό μας. Ότι η χώρα δεν χρειάζεται ούτε σωτήρες ούτε φωτισμένους οδηγούς. Χρειάζεται μόνον την εφαρμογή των θεσμών της σύγχρονης δημοκρατίας. Την ευρύτατη διασπορά της ισχύος μέσω της πλήρους και με απόλυτα στεγανά διάκρισης των εξουσιών. Όλα τα υπόλοιπα θα έρθουν μόνα τους μέσα από τις αναπόφευκτες και παραγωγικές περιφερειακές χαοτικές συγκρούσεις.
Θα βρείτε το πλήρες κείμενο στον δεσμό:
http://ermippos.blogspot.com/2009/09/blog-post.html
Για να καταλήξει στο:
«Εθνικόν είναι το αληθές, είχε πει ο Διονύσιος Σολωμός. Ποτέ το αντίθετο. Και για να είμαι ειλικρινής δεν βλέπω τι είναι αυτό που γράφεται για μας σε όλα αυτά τα δήθεν προπαγανδιστικά μέσα του δυτικού κόσμου και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Το αν δεν μας αρέσει το πρόσωπο μας στον καθρέφτη και θέλουμε να το κρύψουμε, να το κρύψουμε ακόμη και από τον ίδιο μας τον εαυτό, για να συνεχίσουμε να ζούμε σε έναν κόσμο που υπάρχει μόνο στην φαντασία και τα όνειρα μας, είναι άλλης τάξεως ζήτημα.
Οι ευρωπαίοι ξέρουν πλέον πολύ καλά, -και αυτό είναι κάτι που και εμείς γνωρίζουμε αλλά αρνούμεθα να το ομολογήσουμε ακόμη και στον ίδιο μας τον εαυτό-, τι πρόκειται να κάνουμε αν και αυτήν την φορά μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε χωρίς όρους καινούργια δανεικά. Οι πολιτικοί, -σήμερα είναι αυτοί του ΠΑΣΟΚ και δεν θα έκανε καμία διαφορά εάν ήταν της ΝΔ-, περιμένουν πως και πως για να πετάξουν τα μισά διορίζοντας νέες στρατιές άχρηστων μονίμων υπαλλήλων και εξαθλιωμένων stagiers, μετρώντας τα εξαργυρώσιμα κουκιά των επόμενων εκλογών. Από κοντά η συμπαθής τάξη των νταβατζήδων, σε αγαστή συνεργασία με τους παραπάνω, βρίσκεται σε ετοιμότητα για έναν ακόμη γύρο χρυσοπληρωμένων δήθεν αναπτυξιακών έργων. Και στην ουρά ο ίδιος ο αγνός λαός, τα εκατομμύρια των ανώνυμων, πάντα πρόθυμος να εξαγορασθεί φτηνά και να νομιμοποιήσει την παρακμή με την ψήφο του, στο παιχνίδι της δίχως κανόνες νόθας δημοκρατίας. Για να πάρει το δικό του μικρό μερίδιο στο παιχνίδι της διαφθοράς και να διαιωνίσει την ομερτά του με τους ισχυρούς. Για ένα εκτρωματικό αυθαίρετο, μια μικρή μίζα στο νοσοκομείο, ένα δωράκι στο τελωνείο, ένα ποσοστό για τα στραβά μάτια στην εφορία. Και στο βάθος για να κρατάει ζωντανή η ελπίδα στο υπέρτατο όνειρο. Ένα από τα παιδιά στο δημόσιο, έστω και αν δεν μπορεί, έστω και αν για να προτιμηθεί στην συνέντευξη θα πρέπει να αδικηθεί βαριά και να πνιγεί στο μίσος που γεννά η αίσθηση της άνισης μεταχείρισης το παιδί του γείτονα, που απλά τυχαίνει να είναι καλύτερο. Αυτόν τον ιδιότυπο παράδεισο που έχουμε φτιάξει τον ονομάζουμε αυτάρεσκα χώρο εθνικής κυριαρχίας. Και το δικαίωμα να τον συντηρούμε ανενόχλητα με δανεικά ελληνική υπερηφάνεια.
Μιλάμε ακατάπαυστα και με ακλόνητη βεβαιότητα για πράγματα που πολύ λίγο γνωρίζουμε. Δεν έχουμε ιδέα για το ποιοι είναι οι Γάλλοι, οι Γερμανοί, οι Άγγλοι αλλά δεν διστάζουμε να τους περνάμε κάθε μέρα από τα αυστηρά λαϊκά μας δικαστήρια. Μας ενοχλεί η δήθεν άδικη σημερινή τους στάση. Ξεχνάμε όμως ότι όλα αυτά τα δυσάρεστα που σήμερα μας υπαγορεύουν βασίζονται σε προσυμφωνημένους όρους που φέρουν από κάτω φαρδιά πλατιά την υπογραφή μας. "Τα υψηλά μέρη αποφάσισαν και συμφώνησαν" γράφουν στο προοίμιο τους οι συνθήκες που κάποτε με χαρά συναποδεχθήκαμε. Ξεχνάμε ότι κανείς δεν μας ανάγκασε να το κάνουμε. Μιλώντας για την χαμένη εθνική μας κυριαρχία ξεχνάμε επίσης και κάτι άλλο. Ότι την στιγμή της υπογραφής των συνθηκών, αυτοί που σήμερα κατηγορούνται ως νέοι εχθροί του ελληνισμού, μας εκχώρησαν, στο μέρος που μας αναλογούσε, ένα κομμάτι της δικής τους εθνικής κυριαρχίας. Μας έδωσαν την εξουσία να χειριζόμαστε το νόμισμα τους, να συνδιαμορφώνουμε το μέλλον τους και να ασκούμε βέτο στις αποφάσεις που αφορούν και τις δικές τους ζωές. Και τώρα δεν κάνουν τίποτε περισσότερο από του να ζητούν την εφαρμογή των συμφωνηθέντων.
Αλλά μια και το πρόβλημα μας είναι η εθνική μας κυριαρχία. Τι σημαίνει αυτός ο τόσο βαριά φορτισμένος όρος; Μήπως γυμνός από το ουσιαστικό του περιεχόμενο έχει απομείνει μόνο ένα άδειο κέλυφος, που διεγείρει το συναίσθημα των ελλήνων χωρίς να ακουμπά ούτε κατ΄ ελάχιστον την λογική τους; Ποιο είναι άραγε το νόημα της κυριαρχίας για τον μέσο έλληνα, που όταν έρθει η ώρα να διεκδικήσει τα στοιχειώδη δικαιώματα του στριμώχνεται ταπεινωμένος μέσα σε βουλευτικά γραφεία, αντί να αναζητά τις απαντήσεις που χρειάζεται στον νόμο και στις γραμμές του κοινωνικού του συμβολαίου; Που τρέμει μπροστά στην αυθαιρεσία του χωρίς κανόνες φορολογικού ελέγχου. Που είναι φόρου υποτελής μιας εξαχρειωμένης δημοσιοϋπαλληλίας, οχυρωμένης πίσω από τα προνόμια της μονιμότητας και του νομικά ακαταδίωκτου. Που φτάνει όλο και πιο συχνά να ακουμπά στα όρια της απεγνωσμένης αυτοδικίας ή της καταθλιπτικής παραίτησης, στερούμενος το προνόμιο του φυσικού του δικαστή. Που βιώνει καθημερινά την βία της αναξιοκρατίας, έχοντας σαν μόνη υπαρκτή ελπίδα να αλλάξει στρατόπεδο και να βρεθεί αυτός, από την θέση του αδικημένου, στην θέση αυτού που με την σειρά του θα αδικεί. Αν πρόκειται να χάσουμε αυτήν την κυριαρχία, αυτό το δικαίωμα να μετατρέπουμε την κοινωνία μας σε μια κατακερματισμένη ζούγκλα αντικρουόμενων συμφερόντων, όπου το δίκαιο του ισχυρού κυριαρχεί πέρα από κάθε έννοια δικαιοσύνης και ηθικής, θα έπρεπε να ευχαριστούμε θερμά και όχι να λοιδορούμε αυτούς που σήμερα βαλθήκαμε να πείσουμε τους εαυτούς μας ότι συνωμοτούν εναντίον μας.
Και από την άλλη μεριά ο θρήνος για την εν κινδύνω ευρισκόμενη περηφάνια μας. Περηφάνια για μια γλώσσα που οι πιο πολλοί πλέον δεν γνωρίζουν να γράφουν και να μιλούν. Για μια ιστορία που σχεδόν οι πάντες αγνοούν. Για μια χώρα που θέλουμε να νομίζουμε αυτάρεσκα ότι παραμένει όμορφη κλείνοντας τα μάτια στον καθημερινό βιασμό της από τις εκτρωματικές μας πόλεις, τα άθλια και βρωμερά δημόσια κτίρια, τα εκατομμύρια αυθαίρετα που μολύνουν τον αισθητικό ορίζοντα, τις χιλιάδες χωματερές και τα μολυσμένα ποτάμια. Για κάποιες οριστικά χαμένες παραδόσεις, που κολακευόμαστε ότι ακόμη διατηρούμε όταν μαζευόμαστε στις τσιμεντένιες πλατείες, πάνω από πλαστικά τραπεζομάντηλα, για να ακούσουμε όχι τραγούδια λαϊκά αλλά τραγούδια που φτιάχτηκαν για τον λαό. Για τα άλλοτε Χριστούγεννα, που έχουν καταντήσει γιορτή της καταναλωτικής παραζάλης των εμπορικών κέντρων. Και για το ψεύτικο πια Ελληνικό Πάσχα της υψηλής γευσιγνωσίας των νηστίσιμων ψαρικών, στους οργιαστικούς μπουφέδες των ξενοδοχείων της Μυκόνου το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής. Τι σχέση μπορεί να έχουν όλα αυτά με εκείνες τις ελληνικές κοινότητες των απλών και ευλαβών πανηγυριστών, που έρχονταν απ' τα πολύ παλιά και που μαζεύονταν μέσα στο άγριο καταχείμωνο στον Χριστό στο Κάστρο, στην Σκιάθο του Παπαδιαμάντη;
Περήφανοι για το είδωλο μας στον παραμορφωτικό καθρέπτη μιλάμε με περιφρόνηση για τους, όπως νομίζουμε, ψυχρούς και μηχανιστικούς κόσμους των άγγλων και των γερμανών. Έχει δει κανείς από μας άγγλους δικηγόρους να αγορεύουν και δικαστές να δικάζουν φορώντας τα θεατρικά, αλλά τόσο βαθιά λειτουργικά για την αίσθηση της απονομής πραγματικής δικαιοσύνης, σύμβολα της ιερής παράδοσης αιώνων; Έχει βρεθεί κάποιος από τους αυστηρούς νεοέλληνες κριτές μάρτυρας σε τοπική γιορτή, σε παρέλαση αρχέγονων συμβόλων για τον εορτασμό της σοδειάς, σε ένα από τα χωριά της βαθιάς Βαυαρίας; Αντίθετα, κάποιοι από εμάς έχουν επισκεφθεί το Μέγα Σπήλαιο. Αλλά σε κανέναν δεν έκαναν δυσάρεστη εντύπωση οι χαραγμένες με σουγιά παλιές τοιχογραφίες, με τις τρυπημένες από βέλη καρδιές των ερωτευμένων επισκεπτών και τις ημερομηνίες που παραβρέθηκαν εκεί ο Γιώργος από το Αγρίνιο, η Καίτη από τον Χολαργό και τα ελληνόπαιδα της τρίτης τάξης του Β΄ Λυκείου της Θεσσαλονίκης.
Θα είναι μια λύτρωση να μείνουμε γυμνοί από μια τέτοια περηφάνια. Ακόμη και αν αυτό είναι κάτι που μας ζητούν αυτοί που, για μια ακόμη φορά στην μακραίωνη ιστορία μας, μας μισούν και μας εχθρεύονται. Μόνο και μόνο επειδή είμαστε Έλληνες».